Οικογενειακές σχέσεις

Πώς να αγαπάς την κόρη σου- Χιλά Μπλουμ

Οι νέες κυκλοφορίες είναι για μένα σχεδόν πάντοτε μια γοητευτική συνθήκη, ανεξάρτητα από το ποιες και πότε θα καταλήξω να διαβάσω τελικά. Μου μοιάζουν με ραντεβού γεμάτα υποσχέσεις, μια εν δυνάμει σχέση.

Το βιβλίο της Χιλά Μπλούμ «Πώς να αγαπάς την κόρη σου» (Εκδόσεις Gutenberg, Μετάφραση Μάγκυ Κοέν) ανακίνησε αυτή την αίσθηση με έναν τρόπο πιο  επιτακτικό μέσα μου. Πρώτα ο τίτλος και μετά η θεματολογία, έδωσαν τα ηνία στην περιέργεια για ένα βιβλίο που διαπραγματεύεται ένα πολύ δύσκολο ζήτημα που σχετίζεται με τη μητρότητα και στην ελληνική κοινωνία αποτελεί ταμπού. Το «Πώς να αγαπάς την κόρη σου» δεν είναι στην πραγματικότητα κάποιο είδος οδηγού, μάλλον παράδειγμα προς αποφυγή θα το χαρακτήριζε κανείς, και κάνει λόγο για την ηθελημένη αποξένωση του παιδιού από την μητέρα και την ασφυκτική αγάπη της.

Τι μπορεί να πάει λάθος όταν μια μητέρα αγαπά πολύ το παιδί της, το επιθυμεί και το γεμίζει με γλυκές αναμνήσεις και ποιοτικό χρόνο; Στην πραγματικότητα, πάρα πολλά.

Ποιο θέμα διαπραγματεύεται το βιβλίο; Η Γιοέλα είναι μια γυναίκα, η οποία παρακολουθεί τα εγγόνια της σε μια στιγμή της καθημερινότητας τους, στιγμή ανεμελιάς και παιδικής αθωότητας, στην οποία η ίδια δεν μπορεί να συμμετάσχει παρά μόνο ως θεάτρια. Η Γιοέλα παρακολουθεί από τον δρόμο τα τεκταινόμενα στο σπίτι της κόρης της Λέα, καθώς οι δυο τους έχουν χρόνια να συναντηθούν και οι επαφές τους είναι εξαιρετικά αραιές και γεμάτες αοριστίες. Κανονικά η Γιοέλα δε θα έπρεπε να ξέρει την παραμικρή λεπτομέρεια σχετικά με το πού ή πώς ζει η κόρη της, όμως ένα γύρισμα της τύχης και τα ηλεκτρονικά χνάρια που αφήνουν μέλη της οικογένειας της της ανοίγουν αυτό το παράθυρο, που η Λέα διατηρούσε επι χρόνια ερμητικά κλειστό.

Το βιβλίο, ακολουθώντας πρωτοπρόσωπη αφήγηση, αποτελεί μια βουτιά στις αναμνήσεις τις Γιοέλα, η οποία προσπαθεί να καταλάβει σε ποιο σημείο ακριβώς τα πράγματα πήγαινε στραβά στη σχέση της με την κόρη της, η οποία κατέληξε να φύγει στα δεκαοχτώ της από το σπίτι τους στο Ισραήλ και να μην επιστρέψει ποτέ, συχνά μάλιστα χωρίς να τηλεφωνεί για μήνες.

Αυτή η αναδρομή περιλαμβάνει αρκετά πρόσωπα της οικογενειακής τους ιστορίας, ωστόσο επικεντρώνεται στα τρία που αποτέλεσαν την πυρηνική οικογένεια. Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται η Λέα, η μοναχοκόρη τους, ο σύζυγος της Μεϊρ, η ίδια η Γιοέλα αλλά και η κοινή ζωή που χτίσανε μετά τη γέννηση της Λέα.

Η Γιοέλα περιγράφει μια οικογενειακή ζωή γεμάτη αγάπη και μια σύνδεση πολύ δυνατή με την κόρη της. Μιλά για τις ταυτίσεις τους, τον τρόπο που  μαζί διασκέδαζαν, τα ταξίδια τους, την ενότητα που κατά βάση οι δυο τους είχαν. Περιγράφει ωστόσο και τη θέρμη που η Λέα είχε με τον Μεϊρ, με μια απόσταση, με μια αμφισβήτηση, με μια υποτιμητική ματιά.

Όμως αυτή η πρωτοπρόσωπη αφήγηση έχει κενά, τόσα πολλά που συχνά αποδεικνύεται αναξιόπιστη. Τα ταξίδια στο χρόνο της αφήγησης είναι άτακτα, οι αναμνήσεις σκόρπιες, τα ερωτηματικά πολλά που καλύπτονται συχνά άρον άρον από την ίδια τη Γιοέλα. Πώς να βάλεις ένα τσιρότο σε μια πληγή που αιμορραγεί και να περιμένεις να γιάνει; Αποτελεί στην πραγματικότητα έκπληξη το γεγονός ότι μια κόρη θέλει να ξεφύγει από το «πολύ» της μητέρας της, όταν αυτό το πολύ είναι αβάσταχτο; Η Γιοέλα ωστόσο εξακολουθεί να αναρωτιέται με γνήσια απορία, μη μπορώντας να επεξεργαστεί με ειλικρίνεια τα όσα οδήγησαν σε αυτή την απόσταση ανάμεσα τους.

Λίγα λόγια για τους χαρακτήρες: Η Γιοέλα είναι μια γυναίκα, η οποία πριν γίνει μητέρα είχε και εκείνη τη δική της ζωή και εμπειρίες. Η σχέση της με τη μητέρα της υπήρξε τελείως διαφορετική με εκείνη που διάλεξε να φτιάξει με την κόρη της, ωστόσο ούτε αυτή η συνθήκη στάθηκε ικανή να εγγυηθεί μια υγιή συναισθηματική σχέση. Η Γιοέλα είχε τα δικά της σκαμπανεβάσματα στη ψυχική υγεία, τα οποία δεν άφησε μεν στη τύχη αλλά ταυτόχρονα δεν χτύπησε στη ρίζα, με αποτέλεσμα συχνά εκείνα να παίρνουν τα ηνία. Όχι βέβαια εντελώς, αλλά ταυτόχρονα και όχι με ασήμαντο τρόπο.

Έτσι η Γιοέλα δε μπόρεσε να δει την κόρη της, παρά μόνο ως καθρέφτισμα των δικών της «θέλω» και «αντέχω». Υποκινούμενη από καλές προθέσεις και ιδεατά που ταιριάζουν με μια «επιτυχημένη και καλή ζωή», δεν μπόρεσε να ενσωματώσει και να υποστηρίξει το ποια πραγματικά υπήρξε η κόρη της, μέχρι που πια μια συνθήκη υπέδειξε πως ήταν πολύ αργά.

Η Λέα, περιγράφεται ως ένα κορίτσι πολύ συνετό, εξαιρετικά ταλαντούχο, πολύ όμορφο, εκρηκτικό και υπέροχο. Ωστόσο, με μεγάλη αναγνωστική επαγρύπνηση, από τις περιγραφές διαφαίνεται να αμφιταλαντεύεται σχετικά με τη θέση της στο εγκώμιο που της πλέκει η μητέρα της. Άλλοτε υιοθετεί και απολαμβάνει το βάθρο που η μητέρα της την τοποθετεί και άλλοτε πέφτει από αυτό και τσακίζεται ανεπανόρθωτα. Σε αυτή την πτώση, η μητέρα της είναι ανίκανη να την πιάσει, κάθε φορά ανεξαιρέτως.

Φυσικά, όλα αυτά δεν τοποθετούνται στην αφήγηση ως γεγονότα, παρά μόνο ως υπαινιγμοί και αναγνωστική ατμόσφαιρα, που συχνά, όσο η αφήγηση προχωρά, γίνεται αποπνικτική.

Διαβάστε αυτό το βιβλίο εάν: θέλετε να δείτε τις επιδράσεις της ανασφαλούς μητρότητας στη σχέση μητέρας και κόρης. Η πρωτοπρόσωπη γραφή βοηθά τον/την αναγνώστη/τρια να αλλάξει οπτική γωνία στην ιστορία και να μπει στη σκέψη μιας αναξιόπιστης μεν αλλά και εξομολογητικής αφηγήτριας, η οποία πίσω από τις γραμμές μας φανερώνει τα αόρατα πράγματα που μπορούν να διαλύσουν μια τόσο κομβική σχέση. Οι μικροτραυματισμοί, τα ασήμαντα, τα όσα μας ξεφεύγουν -αθέλητα ή ηθελημένα- μπορούν τελικά να συνθέσουν μια χαίνουσα πληγή που είναι αόρατη δια γυμνού οφθαλμού αλλά βαλμένη στο μικροσκόπιο της οικογενειακής ζωής βγάζει εξαιρετικά μεγάλο νόημα.

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα: A native of Jerusalem, Hila Blum has also lived in Hawaii, Paris and New York. Originally a journalist, for the past fourteen years she has worked as an editor at Kinneret Zmora-Bitan, one of Israel’s leading publishing houses. Her first novel, The Visit, was shortlisted for the 2012 Sapir Prize. How to Love Your Daughter, her second novel, won the same prize in 2022. (Με πληροφορίες από την ιστοσελίδα Bloomsbury.com)

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΒΙΒΛΙΟΥ

Συγγραφέας: Hila Blum

Μετάφραση: Μάγκυ Κοέν

Εκδόσεις: Gutenberg

Έτος έκδοσης: 2024

Αριθμός σελίδων: 312

Σχολιάστε