Το βιβλίο «Αγώνες και Μεταμορφώσεις μιας Γυναίκας» του Εντουάρ Λουί είναι ένα μικρό βιβλίο, που συμπυκνώνει τη ζωή της μητέρας του, μια γυναίκας που με την ιστορία της μπορούν – δυστυχώς- να ταυτιστούν πάρα πολλές γυναίκες. Με συγκίνησε πολύ διαβάζοντας το, στο πρόσωπο της γυναίκας αυτής είδα πολλά πρόσωπα της προσωπικής μου ζωής, κατανοώντας ακόμα βαθύτερα ένα κομβικό ερώτημα που συχνά πλανάται στην κοινωνία. Τι κάνει μια γυναίκα να μείνει σε μια κακοποιητική σχέση και τι είναι αυτό που την αλλάζει προκειμένου να βρει το θάρρος να την εγκαταλείψει;
Ποιο θέμα διαπραγματεύεται το βιβλίο; Το βιβλίο περιστρέφεται γύρω από τη ζωή της μητέρας του συγγραφέα αλλά και -αναπόφευκτα- τη ζωή που ο Λουί έζησε δίπλα της. Η αφήγηση της ζωής της δεν είναι γραμμική, μαθαίνουμε όμως για εκείνη πολλά στοιχεία, από την παιδική της ηλικία μέχρι και την τελική της «μεταμόρφωση». Το βιβλίο είναι γραμμένο άλλοτε σαν επιστολή και άλλοτε σαν ημερολόγιο, όμως ο Λουί απευθύνεται ξεκάθαρα σε εκείνη. Το έγραψε όχι μόνο για εκείνη αλλά και σε εκείνη, προσπαθώντας ταυτόχρονα να βρει και τον εαυτό του μέσα από την αφήγηση.
Έτσι λοιπόν βλέπουμε τη Μονίκ (το όνομα της αναφέρεται μονάχα μια φορά, στη μέση του βιβλίου, τυχαία, σε έναν διάλογο) σε όλες τις φάσεις της. Να ξεκινά τη ζωή της με όνειρο να γίνει μαγείρισσα, διακόπτοντας όμως τις σπουδές της λόγω εγκυμοσύνης. Σπουδές στις οποίες δεν επέστρεψε ποτέ. Στα είκοσι της χρόνια είχε ήδη δυο παιδιά και βρισκόταν σε έναν κακοποιητικό γάμο.
Από αυτή τη συνθήκη θα καταφέρει να αποχωρήσει, ωστόσο στα 25 έτη της θα παντρευτεί εκ νέου κάποιον που μοιάζει διαφορετικός, όμως στην πορεία θα αποδειχτεί όμοιος με τον προηγούμενο. Αυτός ο γάμος θα διαρκέσει 20 χρόνια και από αυτόν θα προκύψουν άλλα τρία παιδιά, ένα εκ των οποίων είναι και ο συγγραφέας. Το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης θα αποτελέσει ακριβώς αυτό το διάστημα, όπου εκτός από την καθημερινή βία, θα κάνει την εμφάνιση της και η ακραία φτώχεια.
Στα σαράντα πέντε της η Μονίκ θα καταφέρει να κάνει την επανάσταση της, χωρίζοντας τελικά και από τον δεύτερο σύζυγο της. Με έγνοια τα παιδιά της, που έχουν πια μεγαλώσει αρκετά, και με ανανεωμένη την πίστη στον εαυτό της, θα καταφέρει να μετοικήσει και να βρεθεί εν τέλει μακριά από την επαρχία στην οποία έζησε την έως τότε ζωή της.
Λίγα λόγια για τους χαρακτήρες: Η Μονίκ, όπως την περιγράφει ο Λουί, είναι μια γυναίκα που υπήρξε για μεγάλο μέρος της ζωής της μέσα σε κακοποιητικά πλαίσια που καθόρισαν το τι της επιτρέπεται να είναι ή να γίνει. Τις περισσότερες φορές την περιγράφει ως παθητική, βαρυγκομούσα, που καταφεύγει σε κοινοτυπίες και μεταμφιέσεις της πραγματικότητας. Ορισμένες φορές όμως αναδύονταν ένας εαυτός δικός της, φτιαγμένος από όνειρα, επιθυμίες και σκέψεις της, που όμως εκείνον τον αποπροσανατόλιζαν και δεν ήξερε πώς να τις διαχειριστεί. Αυτή τελικά η μορφή του εαυτού της έγινε και η κινητήριος δύναμη για να εγκαταλείψει εκ νέου τον εικοσαετή κακοποιητικό της γάμο.
Ο Λουί από την άλλη, περιγράφει τον εαυτό του δίπλα της, σαν απόκληρο στην αρχή και στη συνέχεια ως «εχθρό της». Συνειδητοποιώντας την ομοφυλοφιλία του από μικρός και δεχόμενος βία από τον κοινωνικό του περίγυρο για την «θηλυπρέπεια» του, προσπαθούσε απεγνωσμένα κρυφτεί από την μητέρα του, τόσο για να μην τη στεναχωρήσει όσο και για να μην δεχτεί τις δικές της πρόσθετες επικρίσεις. Όταν εκείνος μεγάλωσε, έγινε το πρώτο άτομο στην οικογένεια που συνέχισε στην λυκειακή εκπαίδευση, γεγονός που τον απομάκρυνε ακόμη περισσότερο από κοντά της. Και αυτή τη φορά ήταν εκείνος που ηθελημένα ασκούσε την επίκριση πάνω της, καθώς εν συγκρίσει με τις άλλες μητέρες του φαινόταν «λίγη». Και αν στο παρελθόν τον κυρίευε ντροπή για την οικογένεια του, η συνθήκη της εκπαίδευσης και της απομάκρυνσης από αυτή πολλαπλασίασε δυσανάλογα την αίσθηση του. Ο συγγραφέας όμως θα γίνει μάρτυρας και της αλλαγής της μητέρα του, την οποία θα χαιρετήσει με χαρά και υπερηφάνεια.
Κλείνοντας σχετικά με το Λουί, είναι εξαιρετικά συγκινητική η προσπάθεια να βρει και τον εαυτό του, όπως αυτή αποτυπώνεται από την αφήγηση του. Ένα gay αγόρι σε μια βαθιά πατριαρχική οικογένεια με κανονικοποιημένη τη βία στη ζωή του και σε μια βαθιά ομοφοβική επαρχιακή κοινωνία, που ψάχνει τον τρόπο να υπάρξει χωρίς κίνδυνο και με όση ελευθερία μπορεί να κατακτήσει.
Διαβάστε αυτό το βιβλίο εάν: θέλετε να διαβάσετε μια πραγματική ιστορία που αναφέρεται στη συνθήκη της ενδοοικογενειακής βίας, αλλά και την απομάκρυνση από αυτή. Το ενδιαφέρον σε αυτό το βιβλίο είναι πως η ιστορία είναι γραμμένη από το γιο της οικογένειας, όπως την έζησε, την είδε και προσπάθησε να την κατανοήσει από την πλευρά της μητέρας του αλλά και την δική του. Η περιγραφή της οικογενειακής δυναμικής φωτίζει πολύ δυνατά και τις προεκτάσεις της βίας σε γενικότερο επίπεδο, κοινωνικό, οικονομικό αλλά και διαπροσωπικό.
Λίγα λόγια για το συγγραφέα: Ο Εντουάρ Λουί γεννήθηκε στην Αλλενκούρ της Γαλλίας το 1992 με το όνομα Εντύ Μπελγκέλ. Σπούδασε κοινωνικές επιστήμες στην École Νormale. Το πρώτο του βιβλίο, Να τελειώνουμε με τον Εντύ Μπελγκέλ (μτφρ. Μιχάλης Αρβανίτης, αντίποδες 2018) προκάλεσε έντονη δημόσια συζήτηση, γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία και μεταφράστηκε σε πάνω από είκοσι γλώσσες. Η Ιστορία της βίας κυκλοφόρησε το 2016 (μτφρ. Στέλα Ζουμπουλάκη, αντίποδες 2019), ενώ το 2018 εκδόθηκε το τρίτο του βιβλίο Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου (μτφρ. Στέλα Ζουμπουλάκη, αντίποδες 2020). Όλα του τα έργα έχουν διασκευαστεί με μεγάλη επιτυχία για το θέατρο. Το 2021 κυκλοφόρησε από τους αντίποδες το καινούργιο του βιβλίο Αγώνες και μεταμορφώσεις μιας γυναίκας, ενώ το 2022 θα κυκλοφορήσει σε μετάφραση Στέλας Ζουμπουλάκη το πιο πρόσφατο βιβλίο του Η μέθοδος της αλλαγής.(Με πληροφορίες από την ιστοσελίδα των εκδόσεων Αντίποδες)
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΒΙΒΛΙΟΥ
Συγγραφέας: Εντουάρ Λουί
Μετάφραση: Στέλα Ζουμπουλάκη
Εκδόσεις: Αντίποδες
Έτος έκδοσης: 2021
Αριθμός σελίδων: 104